Γεγονός αποτελεί η ιστορική επίσκεψη ο Σιμόν Πέρες στην Κύπρο.


Αμέσως μετά την άφιξη του κ. Πέρες η φιλαρμονική της Αστυνομίας παιάνιζε τον εθνικό ύμνο του Ισραήλ και μετά τον εθνικό ύμνο της Κύπρου.

Ο Ισραηλινός Πρόεδρος κατέθεσε στεφάνι στο άγαλμα του Αρχιεπίσκοπου Μακαρίου Α που βρίσκεται στο προαύλιο του Προεδρικού.

Θα ακολουθήσουν επίσημες συνομιλίες.

Επαφές με την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της Κύπρου θα έχει ο Πρόεδρος του Ισραήλ Σιμόν Πέρες.

Ο Ισραηλινός Πρόεδρος θα υπογράψει με τον Πρόεδρο Χριστόφια διμερείς συμφωνίες και ακολούθως αναμένεται να προβούν σε δηλώσεις στον Τύπο.

Ο Πρόεδρος του Ισραήλ θα συναντηθεί επίσης με τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο Β’, καθώς και με τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Γιαννάκη Ομήρου.

Το απόγευμα της Πέμπτης, ο κ. Πέρες θα παρακαθίσει σε επίσημο δείπνο, που θα παραθέσει προς τιμήν του ο Πρόεδρος Χριστόφιας και η σύζυγός του, Ελση.

Την Παρασκευή, ο Ισραηλινός Πρόεδρος αναμένεται να έχει συνάντηση με τον Πρόεδρο του Δημοκρατικού Συναγερμού Νίκο Αναστασιάδη, πριν αναχωρήσει από την Κύπρο.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρων αναμένεται η αντιφώνηση Πέρες κατά το δείπνο στο Προεδρικό. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Σιμόν Πέρες θα υποδείξει ότι Κύπρος και Ισραήλ είναι δυο δημοκρατικές χώρες που επιδιώκουν την ειρήνη. Παράλληλα, θα στείλει σαφές μήνυμα στην Τουρκία, λέγοντας ότι η περιοχή λαχταρά την αρμονία και δεν θα ανεχτεί την προσπάθεια άλλων κρατών να καταστούν ηγεμόνες.

Αναφερόμενος στο θέμα του φυσικού αεριού, υποδείξε ότι Λευκωσία και Τελ Αβίβ μπορούν να συνεργαστούν και να χρησιμοποιήσουν την ενεργεία αυτή προς όφελος όλης της περιοχής.
Ο Ισραηλινός Πρόεδρος εκλείσε την ομιλία του με ένα στίχο του Κώστα Μόντη "Ποσό κοντά είμαστε σε αυτό που νομίζαμε ότι είμαστε τόσο μακριά" θα πει, τονίζοντας ότι αυτό ισχύει και στον πολιτικό στίβο.
Μάλιστα, ο Πέρες αποκαλύψε ότι κάθε πρωί που οι Εβραίοι προσεύχονται, θυμούνται την Κύπρο, καθώς το κυπριακό κρασί, όπως ειπε, χρησιμοποιείτο και ως θυμίαμα στον Ιερό Ναό της Ιερουσαλήμ.

Αναλύοντας το γεγονός, τόσο ο πολιτικός συμβολισμός της επίσκεψης όσο και τα διπλωματικά μηνύματα που εκπέμπει η επίσκεψη, είναι ευδιάκριτα και εγγράφονται στη λογική του νέου στρατηγικού πλαισίου που αρχίζει να διαμορφώνεται στις Ελληνοϊσραηλινές σχέσεις, δήλωσε στο Sigmalive ο Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ) Χρήστος Ιακώβου.
Σύμφωνα με τον διευθυντή του ΚΥΚΕΜ, οι σχέσεις αυτές έχουν αρχίσει να μπαίνουν στο μικροσκόπιο μετά το σπάσιμο του πάγου που επικρατούσε για δεκαετίες στις σχέσεις των δύο κρατών (σημειωτέον ότι Ελλάδα και Κύπρος υπήρξαν οι τελευταίες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναγνώρισαν de jure το Ισραήλ).
Το Ισραήλ αναγκάζεται να επανεξετάσει τις μεταψυχροπολεμικές του συμμαχίες στην περιοχή, σύμφωνα με τον κ. Ιακώβου, ο οποίος επεξηγώντας αναφέρει ότι αυτό προκύπτει από τις νέες γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές πραγματικότητες, που δημιούργησε ο πόλεμος στο Ιράκ το 2003, λόγω της ανατροπής του καθεστώτος Σαντάμ Χουσείν, σε συνδυασμό με την άρνηση της Τουρκίας να ευθυγραμμιστεί, τόσο με τις πολεμικές όσο και με τις μεταπολεμικές επιλογές των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Οι νέοι προσανατολισμοί της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, που στοχεύουν στη διεύρυνση του πεδίου πολιτικής και διπλωματικής δράσης στο μουσουλμανικό κόσμο, αποτελούν άλλο ένα λόγο για τον οποίο το Ισραήλ αναγκάζεται να επανεξετάσει τις συμμαχίες του.
Ο τουρκοισραηλινός άξονας, ο οποίος  θεωρείτο μέχρι προσφάτως, από αμφότερα τα κράτη, ως μείζονος στρατηγικής σημασίας, εδραίωνε τις δύο χώρες ως ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις, με ιδιαίτερα αναβαθμισμένο ρόλο στον αμερικανικό στρατηγικό σχεδιασμό για τη μεταψυχροπολεμική Μέση Ανατολή.
Όρια στην τουρκοισραηλινή συνεργασία
Ο διευθυντής του ΚΥΚΕΜ, τόνισε ότι η αβεβαιότητα για το πολιτικό μέλλον στην Τουρκία, λόγω της παρατεταμένης αντιπαράθεσης ισχύος κεμαλικών – ισλαμιστών, έθεσε ήδη όρια στην τουρκοισραηλινή συνεργασία. Επίσης, η εμφανής τάση της Τουρκίας να καταστεί πυρηνική δύναμη και η νέο-οθωμανική στρατηγική υπερεξάπλωση της κυβέρνησης Ερντογάν, δεν μπορούν να ταυτιστούν είτε μεσοπρόθεσμα είτε μακροπρόθεσμα με τα στρατηγικά συμφέροντα του Ισραήλ.
Για ένα κράτος με εδραιωμένη υψηλή στρατηγική, όπως το Ισραήλ, οι εναλλακτικές λύσεις είναι μέρος του μακροχρόνιου στρατηγικού σχεδιασμού και όχι αποσπασματικών αποφάσεων, είπε ο κ. Ιακώβου, προσθέτοντας ότι η Κύπρος και η Ελλάδα μπορούν να προσφέρουν στο Ισραήλ διέξοδο από το μόνιμο μειονέκτημα που του επιβάλλει η έλλειψη στρατηγικού βάθους. Αυτό γεωγραφικά αποτελεί μία μικρή και στενή λωρίδα, η οποία περιβάλλεται από αραβικά κράτη με τεράστιο στρατηγικό βάθος. Επιπλέον, η Ελλάδα και η Κύπρος προσφέρουν μακροπρόθεσμα στο Ισραήλ μία γέφυρα με τον ανεπτυγμένο και πολιτικά σταθερό χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αναζήτηση ασφαλούς ενεργειακής οδού για τη διοχέτευση του ισραηλινού φυσικού αερίου στις μεγάλες αγορές της Ευρώπης καθιστά την Κύπρο και την Ελλάδα ως τις μοναδικές γεωστρατηγικές επιλογές του Ισραήλ.
Τι μπορεί να προσφέρει το Ισραήλ στα δύο κράτη

Μέσα από τα προαναφερθέντα προκύπτει το ερώτημα, σύμφωνα με τον διευθυντή του ΚΥΚΕΜ, του τι μπορεί να προσφέρει το Ισραήλ στα δύο κράτη. Απαντώντας, ο κ. Ιακώβου αναφέρει ότι το Ισραήλ θα πρέπει, πρωτίστως, να πείσει την Ελληνική πλευρά για τις προθέσεις του. Δηλαδή ότι πρόκειται για μία ουσιαστική και όχι κατ’ όνομα διμερή συνεργασία και ούτε εγγράφεται στη λογική εκβιασμού της Τουρκίας, όπου χρησιμοποιείται Ελλάδα και Κύπρος προκειμένου να εξαναγκαστεί η Άγκυρα να επανέλθει στην προηγούμενη τροχιά των σχέσεών της με το Ισραήλ. Με άλλα λόγια, το Ισραήλ θα πρέπει να πείσει τα δύο κράτη ότι το κέρδος από μία τέτοια συνεργασία θα είναι μεγαλύτερο από το κόστος.
Το κέρδος
Το κέρδος για την Ελληνική πλευρά, από μία ελληνοισραηλινή συνεργασία, θα είναι η ενίσχυση των συντελεστών διπλωματικής ισχύος έναντι της Τουρκίας, σημειώνει ο κ. Ιακώβου, προσθέτοντας ότι «πρώτον, θα διαμορφωθεί ένας φιλοδυτικός άξονας στην περιοχή με σταθερές προοπτικές έναντι των νέων ισλαμικών και προφανώς αντιδυτικών αξόνων που επιχειρεί να κάνει η Τουρκία και δεύτερον θα εξασφαλιστούν προσβάσεις στο αμερικανοεβραϊκό λόμπυ, με όλες τις προεκτάσεις που αυτό συνεπάγεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό».
Το πιθανό κόστος
Από την άλλη, το πιθανό κόστος από μία τέτοια συνεργασία για την ελληνική πλευρά, ενδεχομένως να έρθει από πιθανές αντιδράσεις του αραβικού κόσμου. Σε αυτό το σημείο, ο κ. Ιακώβου θέτει το δίλημμα κατά πόσον θα παραμείνει η ελληνική πλευρά προσηλωμένη στην παραδοσιακή, πλην όμως αδύνατη υποστήριξη των αράβων ή θα επιδιώξει διπλωματική ενίσχυση μέσω των αμερικανοεβραίων και του Ισραήλ. «Με τα νέα ανοίγματα της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, είτε έτσι είτε αλλιώς ο αραβικός κόσμος θα αρχίσει να βλέπει με μεγαλύτερη κατανόηση τις τουρκικές θέσεις στο Κυπριακό».
Ως πρόσκληση και συνάμα πρόκληση για την ελληνική πλευρά, χαρακτήρισε καταλήγοντας, ο διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών, την ελληνοισραηλινή προσέγγιση, προσθέτοντας ότι πρέπει να προσεγγισθεί μέσα στα πλαίσια υψηλής στρατηγικής και όχι μέσα από «στερεότυπα και υπεραπλουστεύσεις».